Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόyemenìta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [jemeˈnita] κάτοικος της Υεμένης yemenìta επίθετο Προσφορά I.P.A.: [jemeˈnita] ο της Υεμένης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |