Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


yèti  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈjɛti]

χιονάνθρωπος Ιμαλαΐων


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  yen yoga  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

yard (ουσ αρσ )
yatagan (ουσ αρσ )
yemenita (ουσ αρσ και θηλ.)
yemenita (επίθ.)
yen (ουσ αρσ )
yeti (ουσ αρσ )
yoga (ουσ αρσ )
yogi (ουσ αρσ )
yogin (ουσ αρσ και θηλ.)
yogurt (ουσ αρσ )
yole (θηλ.ουσ)
yorkshire terrier (ουσ αρσ )
yo–yò (ουσ αρσ )
yprite (θηλ.ουσ)
yuan (ουσ αρσ )
yucca (θηλ.ουσ)
yurta (θηλ.ουσ)
zabaione (ουσ αρσ )
zabro (ουσ αρσ )
Zaccaria (ουσ αρσ πληθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---