Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόutilìzzo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [utiˈliddzo] 1 εκμετάλλευση 2 αξιοποίηση 3 χρησιμοποίηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |