Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrepidànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [trepiˈdante] 1 ανήσυχος 2 αγωνιών 3 φοβισμένος 4 ανυπόμονος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |