traditóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [tradiˈtore]
1 καταδότης
2 απατεώνας
3 ιούδας
4 απαρνητής σε ώρα ανάγκης
5 δωσίλογος
6 μπαμπέσης
7 δόλιος
8 άπιστος
9 αγύρτης
10 σπιούνος
11 προδότης
12 άτιμος
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [tradiˈtore]
1 καταδότης
2 απατεώνας
3 ιούδας
4 απαρνητής σε ώρα ανάγκης
5 δωσίλογος
6 μπαμπέσης
7 δόλιος
8 άπιστος
9 αγύρτης
10 σπιούνος
11 προδότης
12 άτιμος
permalink
traditore (αρσ. επίθ και ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android