Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtorsióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [torˈsjone] 1 στρίψιμο 2 συστροφή 3 ροπή στρέψης 4 στρέψη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |