Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtèrza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈtɛrtsa] 1 μουσικό διάστημα τρίτης 2 τρίτη ταχύτητα 3 τρίτη κανονική ώρα 4 τρίτη θέση (σε πλοίο ή τρένο) 5 τρίτη τάξη σχολείου 6 τρίτη χαρτιών permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |