Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtelevisóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [televiˈzore] η συσκευή τηλεόρασης, η τηλεόραση permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαtelevisore [αρσ.] = η συσκευή τηλεόρασης Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |