Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


tanatològico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [tanatoˈlɔʤiko]

θανατολογικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  tanatologia tanca  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

tamtam, tam–tam (ουσ αρσ )
tana (θηλ.ουσ)
tanaceto (ουσ αρσ )
tanatofobia (θηλ.ουσ)
tanatologia (θηλ.ουσ)
tanatologico (επίθ.)
tanca (θηλ.ουσ)
tandem (ουσ αρσ )
tanfata (θηλ.ουσ)
tanfo (ουσ αρσ )
tanga (ουσ αρσ )
tanganicano (ουσ αρσ )
tanganicano (επίθ.)
tangente (θηλ.ουσ)
tangente (επίθ.)
tangenza (θηλ.ουσ)
tangenziale (θηλ.ουσ)
tangenziale (επίθ.)
tangere (ρ. μτβ.)
Tangeri (κύρ.όν. θηλ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---