Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstélla
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈstella] το αστέρι, το άστρο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαstella [θηλ.] alpina = το έντελβαϊς || stella [θηλ.] del cinema = το κινηματογραφικό αστέρι || stella [θηλ.] marina = ο αστερίας Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |