Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sottoscrìvere  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [sottosˈkrivere]

1 συμφωνώ
2 συναινώ
3 συγκατατίθεμαι
4 προσυπογράφω

sottoscrìvere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [sottosˈkrivere]

1 αναλαμβάνω αγορά μετοχών
2 εγγυώμαι ένταξη σε χρηματιστήριο
3 εγγυώμαι οικονομική υποστήριξη
4 εισφέρω (σε έρανο) υπογράφοντας
5 υπογράφω
6 βεβαιώνω με υπογραφή
7 γίνομαι συνδρομητής


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sottoscrittore sottoscrizione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

sottoregno (ουσ αρσ )
sottoscala (ουσ αρσ )
sottoscapolare (επίθ.)
sottoscritto (αρσ. επίθ και ουσ)
sottoscrittore (ουσ αρσ )
sottoscrivere (ρ.αμτβ.)
sottoscrivere (ρ. μτβ.)
sottoscrizione (θηλ.ουσ)
sottosegretariato (ουσ αρσ )
sottosegretario (ουσ αρσ )
sottosezione (θηλ.ουσ)
sottosistema (ουσ αρσ )
sottosopra (επίθ.)
sottosopra (επίρ.)
sottospecie (θηλ.ουσ)
sottosquadro (ουσ αρσ )
sottossido (ουσ αρσ )
sottostante (επίθ.)
sottostare (ρ.αμτβ.)
sottostazione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---