slegaménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [zlegaˈmento]
1 αποσύνδεση
2 ασυνέχεια
3 ανακολουθία
4 ασυνέπεια
5 ασυναρτησία
6 μποσικάδα
7 λύση
8 λύσιμο
9 ξέζεμα
10 ελευθεριότητα
11 ξελασκάρισμα
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [zlegaˈmento]
1 αποσύνδεση
2 ασυνέχεια
3 ανακολουθία
4 ασυνέπεια
5 ασυναρτησία
6 μποσικάδα
7 λύση
8 λύσιμο
9 ξέζεμα
10 ελευθεριότητα
11 ξελασκάρισμα
permalink
slegamento (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android