singolarménte
επίρρημα
Προσφορά I.P.A.: [singolarˈmente]
1 χωριστά
2 χώρια
3 μεμονωμένα
4 ένας ένας
5 ανεξάρτητα
6 ατομικά
7 μοναχικά
8 μοναδικά
9 ιδιαιτέρως
10 ασυνήθιστα
11 ξεχωριστά
12 ιδιαίτερα
επίρρημα
Προσφορά I.P.A.: [singolarˈmente]
1 χωριστά
2 χώρια
3 μεμονωμένα
4 ένας ένας
5 ανεξάρτητα
6 ατομικά
7 μοναχικά
8 μοναδικά
9 ιδιαιτέρως
10 ασυνήθιστα
11 ξεχωριστά
12 ιδιαίτερα
permalink
singolarmente (επίρ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android