ItalianoGreco


sgrammaticàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [zgrammatiˈkato]

1 εσφαλμένος γραμματικά
2 γεμάτος από γραμματικά λάθη
3 σόλοικος
4 ασύμφωνος γραμματικά
5 μη ακολουθών γραμματική


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---