ItalianoGreco


sfociàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [sfoˈʧare]

1 αδειάζω
2 έχω σαν αποτέλεσμα
3 ρέω
4 εκβάλλω (για ποταμό)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---