Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsepólto
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [seˈpolto] 1 κρυμμένος 2 βουτηγμένος 3 θαμμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |