ItalianoGreco


segménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [segˈmento]

1 μεταμερίδιο
2 τομή
3 τεμάχιο
4 τμήμα
5 κατατομή
6 δακτύλιος
7 επίστρωση φρένου
8 δακτύλιος εμβόλου
9 συναρμολογούμενο τμήμα
10 εξάρτημα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---