Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscòtta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈskɔtta] 1 τυρόγαλα 2 ορός (γάλακτος) 3 σκότα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |