Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ricomunicàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [rikomuniˈkare]

1 μεταλαβαίνω ξανά
2 απαλλάσσω από αφορισμό
3 πληροφορώ ξανά

ricomunicarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [rikomuniˈkarsi]

μεταλαβαίνω ξανά


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ricomputare riconcedere  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ricomposizione (θηλ.ουσ)
ricomprabile (επίθ.)
ricomprare (ρ. μτβ.)
ricompratore (αρσ. επίθ και ουσ)
ricomputare (ρ. μτβ.)
ricomunicare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ricomunicarsi (ρ.μ. (αντων.))
riconcedere (ρ. μτβ.)
riconcentrare (ρ. μτβ.)
riconcentrarsi (ρ.μ. (αντων.))
riconciliabile (επίθ.)
riconciliare (ρ. μτβ.)
riconciliarsi (ρ.μ. (αντων.))
riconciliatore (αρσ. επίθ και ουσ)
riconciliazione (θηλ.ουσ)
riconcimare (ρ. μτβ.)
ricondannare (ρ. μτβ.)
ricondensare (ρ. μτβ.)
ricondensarsi (ρ.μ. (αντων.))
riconducibile (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---