Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόraccomodatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [rakkomodaˈtura] 1 επιδιόρθωση 2 φτιάσιμο 3 επισκευή 4 τακτοποίηση 5 διόρθωμα 6 διόρθωση 7 επανόρθωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |