quartàto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [kwarˈtato]
1 ισχυρός μυώδης
2 εύρωστος
3 στιβαρός
4 ευσταλής
5 άλκιμος
6 γεροφτιαγμένος
7 ρωμαλέος
8 καλοφτιαγμένος
9 δυνατός
10 γερός
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [kwarˈtato]
1 ισχυρός μυώδης
2 εύρωστος
3 στιβαρός
4 ευσταλής
5 άλκιμος
6 γεροφτιαγμένος
7 ρωμαλέος
8 καλοφτιαγμένος
9 δυνατός
10 γερός
permalink
quartato (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android