Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόquartìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kwarˈtino] 1 φύλλο τεσσάρων σελίδων 2 τέταρτο λίτρου 3 μικρό κλαρινέτο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |