Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprerogatìva
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [prerogaˈtiva] 1 δώρο 2 ευεργέτημα 3 ιδιότητα 4 προνόμιο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |