Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpossibilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [possibiliˈta] 1 (probabilità) η πιθανότητα 2 (economica) η δυνατότητα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαnella remota possibilità che... = αν παρ' ελπίδα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |