Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpiallettàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [pjalletˈtare] 1 ροκανίζω 2 πλανίζω 3 ισιώνω φρέσκο σοβά (με ειδικό εργαλείο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |