Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpericolosità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [perikolosiˈta] 1 πηγή κινδύνου 2 επικίνδυνη κατάσταση 3 κίνδυνος 4 διακινδύνευση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |