Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


paràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [paˈrare]

1 (scansare) αποφεύγω
2 calcio αποκρούω

pararsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [paˈrarsi]

1 παρουσιάζομαι
2 προστατεύομαι
3 εμφανίζομαι
4 στολίζομαι
5 φορώ άμφια
6 σκεπάζομαι με ρούχο
7 ντύνομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  parapsicologico parareligioso  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

parapolvere (ουσ αρσ )
paraprofessionale (επίθ.)
parapsichico (επίθ.)
parapsicologia (θηλ.ουσ)
parapsicologico (επίθ.)
parare (ρ. μτβ.)
pararsi (ρ.μ. (αντων.))
parareligioso (επίθ.)
parasanga (θηλ.ουσ)
parascenio (ουσ αρσ )
parasceve (θηλ.ουσ)
parascintille (ουσ αρσ )
parascolastico (αρσ. επίθ και ουσ)
paraselene (ουσ αρσ )
parasimpatico (ουσ αρσ )
parasimpatico (επίθ.)
parasintetico (αρσ. επίθ και ουσ)
parasole (ουσ αρσ )
paraspalle (ουσ αρσ )
paraspigolo (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---