Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


paranormalità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [paranormaliˈta]

υπερφυσικότητα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  paranormale paranza  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

paranoico (ουσ αρσ )
paranoico (επίθ.)
paranoide (ουσ αρσ και θηλ.)
paranoide (επίθ.)
paranormale (αρσ. επίθ και ουσ)
paranormalità (θηλ.ουσ)
paranza (θηλ.ουσ)
paraocchi (ουσ αρσ )
paraonde (ουσ αρσ )
paraorecchie (ουσ αρσ )
parapalle (ουσ αρσ )
parapetto (ουσ αρσ )
parapiglia (ουσ αρσ )
parapioggia (ουσ αρσ )
paraplegia (θηλ.ουσ)
paraplegico (ουσ αρσ )
paraplegico (επίθ.)
parapodio (ουσ αρσ )
parapolitico (επίθ.)
parapolvere (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---