Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόostentazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ostentatˈtsjone] 1 φάνταγμα 2 βιτρίνα 3 μόστρα 4 επίδειξη 5 φιγούρα 6 πομπώδης παρουσίαση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |