Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόoscillàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [oʃʃilˈlare] 1 (oggetto) ταλαντεύομαι 2 (valore) κυμαίνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |