Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmusèo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [muˈzɛo] το μουσείο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmuseo [αρσ.] delle cere = το μουσείο των κέρινων ομοιωμάτων Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |