Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmormoratóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [mormoraˈtore] 1 συκοφάντης 2 μεμψίμοιρος 3 αβανιάρης 4 διαβολέας 5 παραπονιάρης 6 ψιθυριστής 7 ψελλός 8 γκρινιάρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |