ItalianoGreco


missìno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [misˈsino]

1 μέλος του MSI (Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα)
2 νεοφασίστας

missìno  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [misˈsino]

1 νεο-φασιστικός
2 ο του MSI (Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---