Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmacellatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [maʧellaˈtore] 1 κρεοπώλης 2 εκδοροσφαγέας 3 σφαγιαστής 4 μακελάρης 5 σφαγέας 6 χασάπης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |