Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlinguìstico
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [linˈgwistiko] 1 γλωσσικός 2 γλωσσολογικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |