Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlibertinàggio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [libertiˈnadʤo] 1 ακολασία 2 λαγνεία 3 ασέλγεια 4 ασωτία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |