ItalianoGreco


liberoscambìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [liberoskamˈbista]

οπαδός ελευθερίας των συναλλαγών

liberoscambìsta  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [liberoskamˈbista]

ο της ελευθερίας των συναλλαγών


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---