Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόglossìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [glosˈsina] 1 μύγα γλωσσίνη ή δάκνουσα Glossina morsitans 2 μύγα τσε-τσε permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |