Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgiurìdico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ʤuˈridiko] δικαστικός (-ή, -ό) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματανομικά persona [θηλ.] giuridica = diritto το νομικό πρόσωπο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |