Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgiacére
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ʤaˈʧere] 1 είμαι 2 είμαι ξαπλωμένος 3 κείμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |