Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfautóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [fawˈtore] 1 οπαδός 2 θιασώτης 3 συνήγορος 4 υποστηρικτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |