Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfàccia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈfatʧa] το πρόσωπο, η φάτσα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαfaccia a faccia = πρόσωπο με πρόσωπο || faccia [θηλ.] tosta = ο θράσος || non guardare in faccia nessuno = πατώ επί πτωμάτων Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |