Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόeuforìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ewfoˈria] 1 αγαλλίαση λόγω επιτυχίας 2 ευεξία 3 ευφορία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |