Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


espressìvo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [espresˈsivo]

1 εκδηλωτικός
2 εύγλωττος
3 ευφραδής
4 καλλιεπής
5 κομψοεπής
6 εκφραστικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  espressività espresso  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

espressione (θηλ.ουσ)
espressionismo (ουσ αρσ )
espressionista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
espressionistico (επίθ.)
espressività (θηλ.ουσ)
espressivo (επίθ.)
espresso (ουσ αρσ )
espresso (επίθ.)
esprimere (ρ. μτβ.)
esprimersi (ρ.μ. (αντων.))
esprimibile (επίθ.)
espropriare (ρ. μτβ.)
espropriazione (θηλ.ουσ)
esproprio (ουσ αρσ )
espugnabile (επίθ.)
espugnare (ρ. μτβ.)
espugnatore (ουσ αρσ )
espugnazione (θηλ.ουσ)
espulsione (θηλ.ουσ)
espulsivo (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---