Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόepidèrmico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [epiˈdɛrmiko] 1 επιπόλαιος 2 επιφανειακός 3 επιδερμικός 4 τόσο βαθύς όσο το δέρμα 5 ξώπετσος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |