Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόelefantésco
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [elefanˈtesko] 1 τεράστιος 2 ελεφάντινος 3 ελεφαντένιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |