ItalianoGreco


eccèlso  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [etˈʧɛlso]

1 υπέροχος
2 θαυμάσιος
3 ανώτερος
4 ανυπέρβλητος
5 ανώτερος
6 εξαίσιος
7 εξαιρετικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---