Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdialogizzàre, dialogizzàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [dialoʤidˈdzare], [djaloʤidˈdzare] συνδιαλέγομαι (χρησιμοποίησε καλύτερα το dialogare) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |