Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcronistòria
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kronisˈtɔrja] 1 καταγραφή σύγχρονων γεγονότων 2 ρεπορτάζ 3 χρονικό permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |