Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcronòide
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [kroˈnɔjde] ο με χρονική καθυστέρηση (φαρμακευτική) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |